17.5.10

ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΜΜΕ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΣΤΟ ΤΕΛΛΟΓΛΕΙΟ 14.5.2010

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΕΛΙΔΗ

Σήμερα κατά κοινή ομολογία διανύουμε την πιο κρίσιμη περίοδο από την μεταπολίτευση και μετά. Το μεγάλο έλλειμμα στην οικονομία και οι άλλες εξελίξεις βλέπουμε ότι οδηγούν εκ των πραγμάτων σε πολλές ανατροπές.
Το πολιτικό σύστημα , η άσκηση της πολιτικής και το σύστημα διακυβέρνησης έτσι όπως τα γνωρίσαμε εδώ και 3,5 δεκαετίες, αμφισβητούνται ευρέως.

Τα ελλείμματα της ελληνικής κοινωνίας σε μια σειρά τομείς, λειτουργίες, θεσμούς έχουν μπει στο τραπέζι.
Αυτό είναι δεδομένο, όπως και ότι στις συνειδήσεις μεγάλης μερίδας των πολιτών φαίνεται να αλλάζουν κάποια πράγματα.
Oμως τίποτα δεν διασφαλίζει από τώρα ότι μέσα σε συνθήκες γενικευμένης κρίσης οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις θα μπορέσουν να δώσουν διέξοδο.
Μια διέξοδο που θα σώσει τη χώρα από την χρεωκοπία και θα βοηθήσει ώστε να προστατέψουμε τη δημοκρατία μας και να την απαλλάξουμε σε μεγάλο βαθμό από αρνητικές καταστάσεις και πολλά βαρίδια, που συσσωρεύθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες.
Ομως από αυτή τη συζήτηση λείπει εκείνη γύρω από το έλλειμμα και στην ελληνική δημοσιογραφία. Και όχι βέβαια με άναρθρες κραυγές σαν κι αυτές που ακούστηκαν την Τεταρτη στην αίθουσα της Βουλής του στυλ εσείς και εμείς και οι άλλοι και τις εκρήξεις καποιων δημοσιογράφων από τα κανάλια. Υπάρχει το ζήτημα της επικαιρικής ευθύνης και πρέπει να ανταποκριθούμε με σοβαρότητα.

Και γιατί μπορεί ο κόσμος να εμφανίζεται γενικά θυμωμένος με τους δημοσιογράφους, όπως και με τους πολιτικούς, καταλογίζοντας ευθύνες για τον ρόλο που έπαιξαν και παίζουν όλα αυτά τα χρόνια, όμως το ζήτημα της ελληνικής δημοσιογραφίας, τα σοβαρά προβλήματα, οι σχέσεις δημοσιογράφων και ΜΜΕ με τους πολιτικούς και την πολιτική, οι σχέσεις με τα οικονομικά συγκροτήματα, η ποιότητά της δημοσιογραφίας, τα σοβαρά θέματα δεοντολογίας, η αδειοδότηση των ραδιοτηλεοπτικών μέσων κλπ δεν έχουν τεθεί στο τραπέζι ως εξίσου σημαντικά ζητήματα για τη δημοκρατία μας.
Στη σημερινή κρίσιμη περίοδο οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ συμμετέχουν πρωταγωνιστικά στον διάλογο που γίνεται, κρίνουν αλλά περιέργως δεν είναι και κρινόμενοι οργανωμένα, για εκείνο το μερτικό των ευθυνών που τους ανήκουν.
Οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ στην συντριπτική πλειοψηφία δεν δείχνουμε διατεθειμένοι μάλλον να κάνουμε αυτό τον διάλογο, εκτός βέβαια εξαιρέσεων. Πολύ περισσότερο όταν σε κάποιες ακραίες καταστάσεις κάποια ΜΜΕ ίσως φτάνουν και στα όρια της θεσμικής εκτροπής. Ιδιοκτήτες ΜΜΕ αλλά και ένας αριθμός δημοσιογράφων έχουν αποκτήσει εξουσίες που δεν τους ανήκουν και αυτό βέβαια σημαίνει οικονομικά συμφέροντα και οικονομικές απολαβές. Κάποιοι καταλογίζουν σε μερίδα δημοσιογράφων ναρκισσισμό αλλά και θράσος συχνά υπέρμετρο.

Σ΄αυτά τα 36 χρόνια της μεταπολίτευσης τα είδαμε και τα ζήσαμε όλα. Την επική εποχή του «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» με τους δημοσιογράφους στοιχισμένους σε μεγάλο βαθμό και συγχρόνως εκείνο το μοντέλο της τριτοκοσμικής ελεγχόμενης από την κυβέρνηση μονοπωλιακής κρατικής τηλεόρασης.
Τότε που ξεκίνησε ο άκρατος λαϊκισμός και ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, μέσα σε μύθους και ελληνικές μοναδικότητες.
Η ιδιωτική ραδιοφωνία και αμέσως μετά η ιδιωτική τηλεόραση έδωσαν στην αρχή έναν φρέσκο αέρα και δημιούργησαν ελπίδες ότι θα άλλαζαν πολλά. Μετα υπήρξε ο εκφυλισμός.

Στην δεκαετία του ΄90 η ελληνική δημοσιογραφία χέρι-χέρι με τη μεγαλύτερη μερίδα των πολιτικών δεν μπόρεσαν να δουν με ανοικτά μυαλά τις αλλαγές στην Ευρώπη μετά την πτώση του τείχους.
Οδηγηθήκαμε σε έναν αυτοκτονικό συντηρητικό εγκλωβισμό, καλλιεργώντας απίθανους εθνικούς φοβικούς μύθους και καταφέραμε όλοι μαζί-πάντα με κάποιες εξαιρέσεις-να κάνουμε την χώρα μας μέρος του βαλκανικού ζητήματος..
Σκόπια, Σαράγιεβο, Ιμία, Αλβανία, Κόσοβο, μέχρι και στη Βαγδάτη φτάσαμε και η ηρωϊκή ελληνική δημοσιογραφία υπεσπίσθηκε τα εθνικά μας συμφέροντα και έδωσε μάχες στην πρώτη γραμμή. Μόνο που τις χάσαμε όλες, χωρίς να το ομολογήσουμε ποτέ και αντι αυτοκριτικής τα κρύψαμε και πάλι όλα κάτω από το χαλί. Τα αντιδυτικά συνδρομα, οι απιθανες εξαλλοσύνες και οι αερολογίες με το ΔΝΤ και την Ε.Ε.-που έφτασαν μέχρι και την σημερινή ηγεσία της Ν.Δ.- είναι ίσως συνέχεια της ίδιας εκείνης κατάστασης.
Και βέβαια όλο εκείνο το διάστημα πολιτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα έκαναν το παιχνίδι τους,
με την ελληνική δημοσιογραφία, είτε να κλείνει τα μάτια της είτε να περιορίζεται σε αναπόδεικτους αφορισμούς, χωρίς αποτελέσματα.
Και μετά οι ίδιοι εκείνοι που έδωσαν τις εθνικές μάχες στα μέτωπα, το γύρισαν στην λεγόμενη κοινωνική κριτική, μέσα από τα παράθυρα του λαϊκισμού και αυτός τα άλεσε όλα, μαζί τα λεγόμενα σοβαρά κανάλια μαζί με τα άλλα.
Η γραφικότητα, το μπάχαλο, οι κραυγές, το σόου μεταξύ των πιο φανταχτερών και καλά αμειβόμενων ονομάτων της τηλεόρασης και μεγαλης μερίδας πολιτικών, σχεδόν ισοπέδωσαν τα πάντα και πρώτα την σοβαρότητα., τον κοινό νού, την λογική. Ο ορθολογισμός που θάπρεπε να αποτελεί κατάκτηση, όπου θα έχει προτεραιότητα η πραγματική τολμηρή δημιουργική δημοσιογραφική έρευνα, είναι σε μόνιμη ανεπάρκεια. Η γνώση αντικαθίσταται από γενικούς αφορισμούς, φτηνούς συναισθηματισμούς και πάντα βέβαια έχει κορωνίδα τον λαϊκισμό και το χαίδεμα των αυτιών.
Και από κοντά στήθηκε ένα μεγάλο πάρτι δημοσίων σχέσεων, όπου η στοιχειώδης δεοντολογία για τα ΜΜΕ σύμφωνα με τον μέσο όρο, τότε των 15 της Ε.Ε., πέταχθηκε από εμάς ηρωϊκά στον κάδο των αχρήστων. Και ένας μεγάλος αριθμός δημοσιογράφων μοιράσθηκε δεύτερες και τρίτες δουλειές, θέσεις συμβούλων αδρά αμειβόμενες κλπ . Στα 6 χρόνια της διακυβέρνησης της Ν.Δ. η κατάσταση αυτή πήρε ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις με έναν πακτωλό χρημάτων και δημιούργησε περισσότερες εξαρτήσεις.
Στη Θεσσαλονίκη, είναι δυνατόν να υπάρχει ένα δημοσιογραφικό τοπίο όπου το 60 με 70 % του συνόλου των δημοσιογράφων να είναι κρατικοδίαιτοι-εννοώ ότι ασχολούνται στη δημόσιο- γιατί τόσοι είναι αν αθροίσουμε ΕΤ3, Δημοτικά, Αθηναϊκο-Μακεδονικό και λογής Γραφεία Τύπου Ούτε τις εποχές της πρώην Σοβιετίας δεν είχαμε τέτοιες καταστάσεις.
Κάποιοι στον δημοσιογραφικό κόσμο προσπάθησαν έριξαν τουφεκιές, όμως ΕΣΗΕΑ, ΠΟΕΣΥ, ΕΣΗΕΜΘ κλπ δεν σταθήκαν στο ύψος των περιστάσεων και ανεχθήκαμε αυτό το σκηνικό.

Η δημόσια τηλεόραση κινήθηκε μακράν αυτού που απαιτεί το δημόσιο συμφέρον, ώστε να αποτελεί τον κορμό που θα σηματοδοτεί την κατάσταση και στα υπόλοιπα ΜΜΕ.
Για να μη τα ισoπεδώνουμε όλα υπήρξαν εξαιρέσεις κυρίως από έναν αριθμό εφημερίδων και δημοσιογράφων τους, που όμως είδαν δυστυχώς συχνά να χάνουν την μάχη και αυτοί από λαϊκίστικες εφημερίδες που «όλα τα σφάζουν και όλα τα μαχαιρώνουν» και που προσφέρουν και τα πιο ανταγωνιστικά DVD και CD.
Αλήθεια, μερικοί πολύ καλοί δημοσιογράφοι στις εφημερίδες, με μακρά ιστορία, γιατί μεταμορφώνονται συχνά σε αρχιερείς του λαϊκισμού στις τηλεοπτικές τους εκπομπέ; Η όταν κάποιοι άλλοι φιλοξενούνται σε τηλεοπτικά παράθυρα και εκμπομπές πολιτικού σόου .
Κάναμε τον κώδικα δεοντολογίας. Όμως αποδείχτηκε ότι τον κάναμε μόνο για εντυπώσεις και δεν τον εφαρμόζουμε , ούτε έχουμε την διάθεση να τον εφαρμόσουμε, έστω στα πιο βασικά τους σημεία εκει όπου υπάρχουν εκτρωματικές προκλητικές καταστάσεις που φτάνουν στα όρια ίσως του ποινικού δικαίου.
Εχει κυριαρχήσει σε μεγάλο βαθμό ένα συνοθύλευμμα συντεχνιασμού, καιροσκοπισμού, στενού ωφελιμισμού και αποφυγή ανάληψης ευθυνών.
Ισως να ήμουν υπεβολικά αυτοκριτικός και να περιέγραψα μόνο τα ελέιμματα μας. Όμως υπάρχουν από την άλλη και σοβαρές και ψύχραιμες φωνές στη δημοσιογραφία μας, που δίνουν καθημερινές μάχες με αρχές, εντιμότητα, δεοντολογία, που βλέπουν την δημοσιογραφία ως το οξυγόνο για τη δημοκρατίας μας, χωρίς την οποία δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Σαμ κοινωνία δημιουργούμε αποδιοπομπαίους τράγους και εξιλαστήρια θύματα διότι είναι πιο εύκολο αυτό παρά να δούμε τη σκοτεινή πλευρά του εαυτού μας. Με αυτή τη προοπτική πολύ εύστοχες οι παρατηρήσεις σας για την ατομική και συλλογική ευθύνη. Μένει να εναρμονίσουμε τις πράξεις με τα λόγια μας...